Η κάμερα του «Τούνελ» κατέγραψε τη διαδρομή που ακολούθησαν τη μοιραία μέρα τα τέσσερα αδέλφια.
Ο αγροτικός δρόμος περνάει από το σημείο που άλλοτε ήταν η στάνη της οικογένειας και καταλήγει στον κεντρικό που συνδέει τα γύρω χωριά.
Στη διαδρομή της επιστροφής στο Λεβίδι, τα δύο μεγαλύτερα κορίτσια προπορεύτηκαν και πίσω ακολουθούσαν τα δύο μικρότερα παιδιά. Ο Μιχάλης που τότε ήταν έξι χρόνων, με την επτάχρονη αδελφή του Χριστίνα.
«Αφού περάσαμε τον κεντρικό δρόμο γυρίσαμε και τους είδαμε να μας ακολουθούν. Δεν ήταν για μας κάτι ασυνήθιστο να μένει κάποιος για λίγο πίσω, ήταν μια διαδρομή που κάναμε καθημερινά. Δεν φοβόμασταν… Ήταν αθώες εποχές, όλοι, μικροί μεγάλοι που μέναμε στο Λεβίδι, ακολουθούσαμε αυτή τη διαδρομή», είπε η Βασιλική Μήτρου.
Είχε περάσει αρκετή ώρα από τότε που τα δύο κορίτσια έφτασαν στο χωριό και συνειδητοποίησαν πως τα δύο μικρότερα αδέλφια τους δεν είχαν φανεί. Γύρισαν πίσω και βρήκαν τη Χριστίνα μόνη της να κλαίει.
Το μικρό κορίτσι τους είπε πως σταμάτησε μπροστά τους ένα κόκκινο αυτοκίνητο με ένα ζευγάρι. Η γυναίκα βγήκε από το αμάξι, τους πλησίασε και τους έδωσε καραμέλες. Απευθύνθηκε στον Μιχάλη με το όνομα του και του είπε να μπει στο αυτοκίνητο για να τον πάει στον πατέρα του. Η Βασιλική δεν αποκλείει το γεγονός το ζευγάρι να είχε σχεδιάσει την απαγωγή και να γνώριζε τη διαδρομή που ακολουθούσε το παιδί.
Ο χρόνος στην αυλή του πατρικού τους που κάποτε έπαιζαν ευτυχισμένα, μοιάζει να έχει παγώσει…
Συγγενής περιέγραψε στο «Τούνελ» τις πρώτες αντιδράσεις των κατοίκων όταν έμαθαν πως ο μικρός Μιχάλης χάθηκε.
«Δεν δώσαμε σημασία, σκεφτήκαμε πως κάπου θα είχε πάει και θα επέστρεφε. Οι ώρες όμως περνούσαν κι όλοι οι κάτοικοι ξεκινήσαμε να ψάχνουμε. Μετά ήρθε και ο στρατός… Πολλά ακούστηκαν, πως τον πήρε ένα αμάξι, πως τον είδαν στο βουνό και ψάχναμε στα πηγάδια, πως τον σκότωσαν, δεν ξέρουμε ποια είναι η αλήθεια…», είπε χαρακτηριστικά.
Άλλος κάτοικος θυμάται το μικρό ζωηρό αγόρι που περνούσε από το καφενείο του κι έπινε πορτοκαλάδα. Όλα άλλαξαν όταν ξαφνικά μια μέρα οι καμπάνες του χωριού σήμαναν συναγερμό.
«Ο πατέρας του τότε ήταν μεγάλος σε ηλικία και δεν βγήκε να ψάξει… Πολλά ειπώθηκαν, αλλά κανείς δεν ξέρει τι πραγματικά συνέβη… Μπράβο στις αδελφές του που συνεχίζουν την έρευνα. Όποιος γνωρίζει κάτι πρέπει να μιλήσει. Αν ζει θα είναι ένα παιδί που δεν θα ξέρει από πού κατάγεται… Μακάρι να βρεθεί και να δώσει μια ελπίδα στην οικογένεια», είπε στο «Τούνελ».
Ο ταχυδρόμος του χωριού ανέφερε στο «Τούνελ» πως είχε δει το μικρό αγόρι σε μια βρύση που βρίσκεται σε απόσταση περίπου ενάμιση χιλιόμετρο από το χωριό. Δεν μπορεί όμως να πει με ακρίβεια αν ήταν την ίδια μέρα που χάθηκε.
«Γεγονός είναι πως το παιδί δεν αναζητήθηκε αμέσως, τις πρώτες ώρες», είπε χαρακτηριστικά.
«Ή το έκλεψαν ή το σκότωσαν… Αυτό ακουγόταν τότε στο Λεβίδι. Αν κάποιος ξέρει κάτι για την εξαφάνιση, πρέπει να το αποκαλύψει», ανέφερε ο ιερέας του χωριού.