Η Σουηδική Ακαδημία έκανε την έκπληξη και τίμησε τον διάσημο αμερικανό τραγουδοποιό με το βαρύτιμο βραβείο του κόσμου των Γραμμάτων. Πώς εξήγησαν όμως αυτή τους την απόφαση; Μα με παραπομπές στα ομηρικά έπη και στην ποίηση της Σαπφούς!
Οταν ο Μάρτιν Λούθερ Κινκ εκφώνησε την ιστορική ομιλία του «Ι have a dream», ο Μπόμ Ντίλαν δεν ήταν στο κοινό. Ηταν σχεδόν δίπλα στον Κινγκ, με την κιθάρα να κρέμεται από το κορμί του. Mαζί με την Τζόαν Μπαέζ, τη γυναίκα στην οποία ο ίδιος οφείλει το ξεκίνημα του. Επαιξε το «Blowin’ in the wind». Και μόνο αυτό το τραγούδι είναι αρκετό για να πάρεις Νομπέλ Λογοτεχνίας.
Εντάξει, αυτό είναι υπερβολικό. Ομως ο Ντίλαν δεν πρέπει να πήρε το
Νομπέλ τόσο για το έργο του, όσο για την επιρροή που είχε στην
αμερικανική και κατά συνέπεια στην παγκόσμια κουλτούρα. Εβαλε την ποίηση
στην ποπ μουσική, έκανε το ύφος και τους κώδικες της πεδία προσβάσιμα
από τη νεολαία, στοιχεία της μαζικής κουλτούρας. Και δεν τραγούδησε,
απλώς, την αμερικανική ψυχή. Τη διαμόρφωσε.
Κατά μία εκδοχή το Νομπέλ στον Ντίλαν είναι και η επιβεβαίωση του
αμερικανικού πολιτιστικού ηγεμονισμού στη δημιουργία της παγκόσμιας
κουλτούρας. «Αγγίζει τις χορδές της αμερικανικής ιστορίας και έδωσε νέο
ήχο στην παραδοσιακή μουσική. Πιθανότητα είναι ο καλλιτέχνης με τη
μεγαλύτερη επιρροή στη γενιά μου» είπε πριν από χρόνια ο Μπιλ Κλίντον.
Ετσι είναι. Και αφού το αμερικανικό έχει γίνει πλέον και παγκόσμιο, η
επιρροή του Ντίλαν ανιχνεύεται εδώ και δεκαετίες στη μουσική έκφραση του
πλανήτη και κυρίως στον τρόπο με τον οποίο γράφονται στίχοι.
Ασφαλώς η επιλογή του Ντίλαν είναι ένας δύσπεπτος νεωτερισμός για τον
βαρύ θεσμό που μετρά 115 χρόνια ζωής. Είναι μια αναπάντεχη και τολμηρή
επιλογή που κατά πολλούς όμως είναι απολύτως τεκμηριωμένη και
δικαιολογημένη. Διότι ο Ντίλαν είναι όντως ένας ποιητής του καιρού μας,
ένας βαθιά επιδραστικός άνθρωπος του πνεύματος, ένας ογκόλιθος λέξεων
και εννοιών που προφήτευσαν έναν νέο κόσμο.
Υπό αυτήν την έννοια τα Νομπέλ επιστρέφουν λίγο στην πραγματικότητα,
κλείνουν το μάτι στο μαζικό, εγκαταλείποντας την ελιτίστικη φιλοσοφία
των τελευταίων ετών (βλέπε: Σβετλάνα Αλεξίεβιτς το 2015, ή Αλις Μονρό το
2013). Αλλοι όμως, περιγράφουν την επιλογή του Μπομπ Ντίλαν ως μια
υποχώρηση των Νομπέλ απέναντι στη κατακλυσμιαία δύναμη και απήχηση της
αμερικανικής κουλτούρας. Κανείς δεν ξέρει βέβαια αν θα έλεγαν το ίδιο αν
στη θέση του Ντίλαν βραβευόταν ο επίσης Αμερικανός Φιλιπ Ροθ…
Το σκεπτικό της Σουηδικής Ακαδημίας
«Είναι ένας σπουδαίος ποιητής της αγγλικής γλώσσας, ένας ποιητής που
χρησιμοποιεί τη μουσική για να δημιουργεί έννοιες και λέξεις».
Ετσι εξήγησε η Σάρα Ντάνιους, μόνιμη γραμματέας της Σουηδικής Ακαδημίας
την επιλογή του αμερικανού τραγουδοποιού Μπομπ Ντίλαν για το Νομπέλ
Λογοτεχνίας για το 2016. Ηταν μια ανακοίνωση-έκπληξη: ποτέ άλλοτε δεν
είχε τιμηθεί με το βαρύτιμο αυτό βραβείο του κόσμου των Γραμμάτων ένας
εκπρόσωπος αυτού που συνηθίζουμε να αποκαλούμε μουσική βιομηχανία. Στην
καριέρα του ο Nτίλαν έχει πάρει 13 φορές το βραβείο Grammy. Εχει πάρει
Οσκαρ και Χρυσή Σφαίρα για το τραγούδι του «Τhings Have Changed» στην
ταινία «Wonder Boys» (2000). Και τώρα παίρνει Νομπέλ Λογοτεχνίας!
Η Σάρα Ντάνιους η οποία έκανε την ανακοίνωση το μεσημέρι της Πέμπτης
–εν μέσω γενικής έκπληξης των παρευρισκομένων στην παρουσίαση – εκλήθη
αμέσως μετά από τους εκπροσώπους των μέσων ενημέρωσης να δώσει κάποιες
περαιτέρω εξηγήσεις.
Ρωτήθηκε ευθέως αν πιστεύει ότι είναι μια παράξενη επιλογή, ένας
μουσικός να τιμάται με το Νομπέλ Λογοτεχνίας. Και εκείνη απάντησε: «Μα
αν δείτε πίσω στην Ιστορία, πριν από 2.000 και 3.000 χρόνια, είχαμε τον
Ομηρο, τη Σαπφώ. Ηταν ποιητές που έλεγαν ιστορίες. Αλλά αυτές οι
διηγήσεις συνοδεύονταν από μουσικά όργανα» εξήγησε η γραμματέας της
Σουηδικής Ακαδημίας, η οποία εξήρε την ικανότητα του Ντίλαν εδώ και
μισό αιώνα να επανεφευρίσκει τον εαυτό του και τους τρόπους με τους
οποίους μπορεί να μεταδώσει την ποίησή του.