Γράφει ο Κώστας Κόλλιας, Βουλευτής ΝΔ Κορινθίας:
Η σημερινή ημέρα (30η Ιουλίου) αποτελεί, από το 2013, ορόσημο για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς τα τελευταία οκτώ χρόνια έχει καθιερωθεί ως Παγκόσμια Ημέρα κατά της Εμπορίας Ανθρώπων. Η εμπορία ανθρώπων αποτελεί ένα ραγδαία εξελισσόμενο φαινόμενο, αναγνωριζόμενο διεθνώς ως μορφή σύγχρονης δουλείας, αφού ουσιαστικά είναι μια εξελιγμένη μορφή σκλαβιάς.
Είναι ένα ιδιαζόντως ειδεχθές έγκλημα που δεν θα πρέπει να έχει θέση στις κοινωνίες μας. Εν έτει 2021 δεν νοείται να υπάρχουν ακόμα θύματα, κυρίως γυναίκες και παιδιά, που υπόκεινται κυρίως σε σεξουαλική εκμετάλλευση. Είναι χρέος μας προς τα θύματα να τα προστατεύσουμε και οφείλουμε να παραπέμπουμε στη δικαιοσύνη τους δράστες που μεταχειρίζονται ανθρώπους ως εμπορεύματα, καταπατώντας βάναυσα θεμελιώδη δικαιώματά τους, όπως την ελευθερία, την αξιοπρέπεια και την αυτονομία του ατόμου.
Σκοπός της σημερινής, συμβολικής για τα πανανθρώπινα δικαιώματα, ημέρας είναι να μας υπενθυμίσει πόσο επιτακτική είναι η ανάγκη να λάβουμε ακόμα πιο αποτελεσματικά μέτρα στην πρόληψη και καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων. Σε καμία ευνομούμενη πολιτεία δεν μπορεί να υπάρξει ανοχή σε ένα τέτοιο έγκλημα!
Είναι αδιανόητο κάθε χρόνο 21 εκατομμύρια άνθρωποι να πέφτουν, στο βωμό του κέρδους, θύματα του trafficking. Είναι εξωφρενικό να μιλάμε για ένα εμπόριο αξίας 150 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως– σύμφωνα με τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας του ΟΗΕ (ILO), με τα παιδιά, μάλιστα, να αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ένα τέταρτο (22%) των καταγεγραμμένων θυμάτων.
Η μάστιγα αυτή εξελίσσεται γοργά, ύπουλα και καταφένει να είναι συχνά ένα βήμα μπροστά από τις κατασταλτικές προσπάθειες των διωκτικών αρχών και τις ανθρωπιστικές υπηρεσίες των προνοιακών φορέων του κράτους και της κοινωνίας των πολιτών. Στα θύματα της εμπορίας καθρεφτίζεται η μεγαλύτερη παρακμή της ίδιας της ανθρώπινης συνθήκης μας.
Τα Ηνωμένα Έθνη προειδοποιούν ότι η πανδημία έχει προσθέσει επιπλέον προκλήσεις στον αγώνα για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, καθώς σε πολλές περιπτώσεις τα μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού, το κλείσιμο των συνόρων και η απώλεια θέσεων εργασίας εξέθεσαν ευάλωτες ομάδες ακόμα περισσότερο στον κίνδυνο της εμπορίας ανθρώπων, άμβλυναν την εκμετάλλευση όσων έχουν ήδη θυματοποιηθεί και περιόρισαν την πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες αρωγής.
Παρά τη νομοθετική πρόβλεψη για την αντιμετώπιση του human trafficking και τις συντονισμένες προσπάθειες που έχουν γίνει σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο για την εξάλειψή του, η εμπορία ανθρώπων είναι ένα φαινόμενο, το οποίο δεν θα πάψει να υπάρχει όσο πολλές χώρες ολιγωρούν για την αντιμετώπισή του και δεν προβαίνουν στη λήψη των απαραίτητων μέτρων για την καταπολέμησή του.
Η χώρα μας, ως σταυροδρόμι της Δύσης με την Ανατολή αλλά και ως πύλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οφείλει να προτάξει την αναγκαιότητα καταπολέμησης ενός τόσο ζοφερού φαινομένου. Η αδιαφορία μας είναι η πιο σκληρή υποκρισία και απαξίωση, όχι μόνο της ζωής των ανθρώπων αυτών, αλλά και της δικής μας ελευθερίας. Οφείλουμε όλοι μας, από το βήμα και τον θεσμικό ρόλο που έχει ο καθένας μας, να μείνουμε αταλάντευτα προσηλωμένοι στη χάραξη μιας ενιαίας πολιτικής με στόχο τη διερεύνηση, την ποινική δίωξη και τελικά την καταστολή του αποτρόπαιου αυτού εγκλήματος. Παράλληλα, ζωτικής σημασίας θα πρέπει να παραμείνει η ενίσχυση των οργανώσεων πρώτης γραμμής όσο και η ενδυνάμωση των ίδιων των θυμάτων στο πλαίσιο μιας διαδικασίας αποκατάστασης και επανένταξης τους.
Σε αυτή την προσπάθεια δεν αρκεί η Αστυνομία από μόνη της. Απαιτείται η αρωγή και η στήριξη των φορέων του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα, αλλά πρωτίστως των πολιτών. Είμαστε η φωνή των ίδιων των θυμάτων. Με το να αντιληφθούμε ένα πιθανό θύμα και να μην απευθυνθούμε στις αρχές, συντηρούμε τον φαύλο κύκλο της εκμετάλλευσης.
Η πανδημία έχει διδάξει σε όλους μας ότι πρέπει να βρούμε στρατηγικές για το πώς να συνεχίσουμε τη δράση μας κατά της εμπορίας ανθρώπων, ακόμη και εν μέσω κρίσης. Η αξία της ανθρώπινης ζωής είναι αδιαπραγμάτευτη, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και, εν γένει τα θεμελιώδη δικαιώματα θα πρέπει να θωρακίζονται στο ακέραιο και όσοι επιδιώκουν να θίξουν την ίδια την ανθρώπινη υπόσταση θα πρέπει να εντοπίζονται και να παραδίδονται στη δικαιοσύνη.
Θα ήθελα να υπογραμμίσω εμφατικά ότι το θέμα δεν προσφέρεται σε καμία περίπτωση για μικροπολιτικές και κομματικές σκοπιμότητες, παρά απαιτεί ενωτικό πνεύμα και τη συστράτευση όλων μας ανεξαιρέτως. Ως ενεργοί πολίτες σπάμε τη σιωπή και την απάθεια. Κάνουμε το μέλλον των θυμάτων αυτού του εγκλήματος ελπιδοφόρο και αληθινά υποσχόμενο μια καινούρια ζωή. Όλοι οι πυλώνες του Πολιτεύματός μας, η Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, ο Πρωθυπουργός, η Κυβέρνηση και η Αντιπολίτευση, το σύνολο των Βουλευτών του Ελληνικού Κοινοβουλίου και, τέλος, τα μέλη της αρμόδιας Επιτροπής θα πρέπει να επιδείξουμε ένα απόλυτα ενωτικό πνεύμα, προκειμένου να καταπολεμηθεί στη ρίζα του και οριστικά το βάρβαρο αυτό έγκλημα σε βάρος της ανθρωπότητας.
Τέλος, νιώθω την ανάγκη να κλείσω με την εξής φράση, που συνοψίζει όλες τις παραπάνω σκέψεις μου: «Κάθε ζωή που διασώζεται μας φέρνει ολοένα και πιο κοντά στη λύση του προβλήματος.».