Ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης γεννήθηκε στο Σοφικό Κορινθίας στις 25 Ιουλίου 1893, όπου και πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του.
Ο Κώστας Μανιαδάκης, Έλληνας εθνικιστής αξιωματικός του Στρατού Ξηράς με το βαθμό του Αντισυνταγματάρχη του Μηχανικού και μετέπειτα ελεύθερος επαγγελματίας, που διατέλεσε υφυπουργός Δημόσιας Ασφάλειας του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου του Ιωάννη Μεταξά, υπουργός Εσωτερικών και Δημοσίας τάξεως, πρεσβευτής της Ελλάδος στην Αργεντινή και μεταπολεμικά ήταν ιδρυτής και αρχηγός πολιτικού κόμματος [1] καθώς και βουλευτής, γεννήθηκε στις 25 Ιουλίου 1893 στο χωριό Σοφικό του Νομού Κορινθίας και πέθανε στις 28 Φεβρουαρίου 1972 στην Αθήνα. Η κηδεία και η ταφή του του έγιναν στο Α’ Νεκροταφείο, με δημόσια δαπάνη [2].
Ήταν άγαμος και δεν απέκτησε απογόνους. Κατοικούσε στην οδό Νοταρά 51, κοντά στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, στην Αθήνα.
Βιογραφία
Πατέρας του ήταν ο Σπυρίδων και μητέρα του η Μαρία Μανιαδάκη κι είχε δύο αδέλφια, τον Μιχάλη, αξιωματικό της Αεροπορίας, που πέθανε το Νοέμβριο του 1964, και την Παναγιώτα.
Παρακολούθησε τα μαθήματα της εγκύκλιας εκπαιδεύσεως στη γενέτειρα του και τα μαθήματα του Γυμνασίου στην Κόρινθο, ενώ στη συνέχεια πολέμησε ως εθελοντής στους Βαλκανικούς Πολέμους. Εισήλθε με εξετάσεις στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων από την οποία αποφοίτησε την 1η Οκτωβρίου του 1916, με το βαθμό του ανθυπολοχαγού του Μηχανικού και συμμετείχε στον πόλεμο στο Μακεδονικό Μέτωπο και στην εκστρατεία της Ουκρανίας, ενώ πήρε μέρος στη Μικρασιατική εκστρατεία.
Ήταν αντίθετος με την Βενιζελική οργάνωση «Στρατιωτικός Σύνδεσμος» και από κοινού με τους Γεώργιο Τσολάκογλου, Δημήτριο Πολύζο, Π. Παναγάκο, Θεόδωρο Σκυλακάκη, καθώς και πολλούς απόστρατους βασιλόφρονες, όπως το μακεδονομάχο στρατηγό Κάκκαβο και τους ναυάρχους Ραζικότσικα και Βελέντζα, οργάνωσαν την «Ομάδα των Ταγματαρχών», στην οποία συσπειρώθηκαν αξιωματικοί εξοργισμένοι από την άδικη εκτέλεση των Έξι, που παράλληλα επιζητούσαν την διατήρηση του θεσμού της Βασιλείας στην Ελλάδα. Τα μέλη της ονομάζονταν και «Μαύροι» λόγω των μαύρων κοκάλινων δαχτυλιδιών που φορούσαν ως ένδειξη πένθους για την εκτέλεση των «έξι» και βρίσκονταν σε διαρκή συνεννόηση με τον Ιωάννη Μεταξά, αρχηγό του κόμματος «Ελευθεροφρόνων» και πολιτικού υποστηρικτή της Βασιλείας. Η ομάδα οργάνωσε αποτυχημένο κίνημα στις 22 Οκτωβρίου 1923, για την ανατροπή των Νικολάου Πλαστήρα και Στυλιανού Γονατά, γνωστό ως κίνημα των Γεωργίου Λεοναρδόπουλου-Παναγιώτη Γαργαλίδη και Γεωργίου Ζήρα. Στις 27 Οκτωβρίου οι κινηματίες παραδόθηκαν και ο Πλαστήρας χορήγησε αμνηστία στους στρατιώτες, ενώ υποσχέθηκε επιείκεια για τους κατώτερους και μεσαίους αξιωματικούς.
Ο Μανιαδάκης που, με το βαθμό του λοχαγού, ως φρούραρχος Κορίνθου είχε παραδώσει την πόλη στους κινηματίες, αποτάχθηκε και επανήλθε στο στράτευμα το 1928 με αμνηστία που του χορηγήθηκε, όμως το 1929, υπέβαλλε την παραίτηση του και έκτοτε εργάστηκε ως Πολιτικός Μηχανικός.
4η Αυγούστου-Β’ Παγκόσμιος πόλεμος
Επιλέχθηκε από τον Ιωάννη Μεταξά [3] και στις 14 Αυγούστου 1934 του ανατέθηκε η θέση του υφυπουργού Δημοσίας Ασφαλείας, ενός από τρία νέα υπουργεία που ιδρύθηκαν. Το υφυπουργείο είχε στη δικαιοδοσία του τη Βασιλική Χωροφυλακή, την Αστυνομία Πόλεων, την Πυροσβεστική, καθώς και τη Διεύθυνση Μεταναστεύσεως και Διαβατηρίων του υπουργείου Εσωτερικών, ενώ είχε την ευθύνη για την καταπολέμηση του κομμουνισμού και την αποκάλυψη των πρακτόρων της Ιταλίας, της Βουλγαρίας και της Γερμανίας. Υπό την επίβλεψη του η δύναμη της Χωροφυλακής αυξήθηκε κατά 20%, και η Ειδική Ασφάλεια του σώματος αύξησε το προσωπικό της σε 445 αξιωματικούς και υπαξιωματικούς και περίπου 1.200 αστυνομικούς πράκτορες
Εξάρθρωση του ΚΚΕ
Ταυτόχρονα με την ανάληψη των καθηκόντων του εξαπέλυσε σφοδρό αγώνα κατά των κομμουνιστικών ιδεών και μεθόδων και στις 18 Σεπτεμβρίου 1936, πέτυχε και ανακοίνωσε την σύλληψη του Νίκου Ζαχαριάδη, τότε γενικού γραμματέως της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε., πράξη που αποτέλεσε την αρχή μιας τακτικής από μέρους του καθεστώτος, η οποία εάν δεν είχε μεσολαβήσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ίσως είχε οδηγήσει το Κ.Κ.Ε. στον αφανισμό. Παράλληλα με τη σύλληψη των ηγετικών στελεχών του κόμματος, είχε την έμπνευση και προχώρησε στην καθημερινή ψεύτικη έκδοση της εφημερίδος «Ριζοσπάστης», ώστε να διασπάσει την οργάνωση των έγκλειστων και των ελεύθερων κομμουνιστών, με Προσωρινή Διοίκηση του Κ.Κ.Ε., η οποία ήταν υπό τον πλήρη έλεγχο των αρχών ασφαλείας. Αποτέλεσμα των κινήσεως του Μανιαδάκη ήταν το γράμμα του Νίκου Ζαχαριάδη, που δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες στις 30 Οκτωβρίου 1940, με το οποίο τάχθηκε υπέρ της εισόδου της Ελλάδος στο 2ο Παγκόσμιο πόλεμο. Την ίδια ώρα, η παράνομη Κεντρική Επιτροπή του Κ.Κ.Ε., που την αποτελούσαν στελέχη που είχαν αποφύγει τη σύλληψη, κατήγγειλε το γράμμα του Ζαχαριάδη ως κατασκεύασμα του Μανιαδάκη. Η αναστάτωση που επέφερε στο κομμουνιστικό κίνημα ήταν τόση, ώστε ο Γιάννης Ιωαννίδης, γενικός γραμματέας του Κ.Κ.Ε. κατά την Κατοχή, είπε ότι ο Μανιαδάκης με την Προσωρινή Διοίκηση τους «….χάλασε μέσα σε δύο χρόνια όσα αυτοί είχαν καταφέρει τόσο καιρό με κόπο και επίμονη κομματική εργασία..».
Φιλογερμανικές κινήσεις
Ο Μανιαδάκης επιθεωρεί Τάγμα εργασίας
Το καλοκαίρι του 1940, ανακάλυψε και εξάρθρωσε φιλογερμανική συνωμοσία και το καθεστώς προέβη σε συλλήψεις και εκτοπίσεις. Οι συνωμότες επιδίωκαν την αντικατάσταση του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού Αλέξανδρου Παπάγου από τον στρατηγό Κωνσταντίνο Πλατή, υφυπουργού στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Δεμερτζή. Εκτός από τον Πλατή, συνελήφθησαν ο διευθυντής του Πυροσβεστικού Σώματος Παύλος Καραπατέας, ο απόστρατος συνταγματάρχης Δημήτριος Πολύζος, υπουργός Επισιτισμού σε κατοχική κυβέρνηση, ο Αλέξανδρος Γιάνναρος, ηγέτης της Οργανώσεως Ελλήνων Εθνικιστών, ο Γεώργιος Μερκούρης, αρχηγός του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος και εκτοπίστηκαν οι Σωτήριος Γκοτζαμάνης, Στέφανος Στεφανόπουλος, Θεόδωρος Τουρκοβασίλης, Πέτρος και Περικλής Ράλλης και Πέτρος Μαυρομιχάλης, ενώ απέφυγε τη σύλληψη, ο υπουργός-διοικητής Πρωτευούσης Κωνσταντίνος Κοτζιάς. Μεταξύ των διωχθέντων ήταν ο Αριστείδης Καμπάνης, ο Νικόλαος Γιοκαρίνης, μετέπειτα διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου στην Κατοχή, οι Κώστας Καιροφύλας και Φώτος Γιοφύλλης, αργότερα συνεργάτες της ελληνόγλωσσης ιταλικής προπαγανδιστικής εφημερίδας «Κουαδρίβιο» και άλλοι. Ανάλογη συνωμοτική κίνηση εκδηλώθηκε τον Απρίλιο 1941, αμέσως μετά την επίθεση της Γερμανίας κατά της Ελλάδας, στην οποία συμμετείχαν οι Πάσσαρης και Κάβδας, ο Νικόλαος Λούβαρις, ο Γεώργιος Μερκούρης, ο Πέτρος Ράλλης, ο Νικόλαος Δαρβέρης, ο Κωνσταντίνος Ροδόπουλος -επί κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Καραμανλή, υπουργός και πρόεδρος της Βουλής- ο Ναπολέων Ζέρβας, ο αξιωματικός της αστυνομίας, Ιωάννης Πολυχρονόπουλος και άλλοι, οι οποίοι παρέμειναν κρατούμενοι μέχρι την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα.
Μετά τη Γερμανική επίθεση στην Ελλάδα, συνυπέγραψε το διάγγελμα της Ελληνικής Κυβερνήσεως [4] και συμμετείχε διατηρώντας τη θέση του
Υπουργού Δημόσιας Ασφαλείας και στην κυβέρνηση του Αλέξανδρου Κορυζή μέχρι τις 20 Απριλίου 1941.
Στη συνέχεια σχηματίσθηκε η κυβέρνηση με αντιπρόεδρο τον ναύαρχο Αλέξανδρο Σακελλαρίου και παράλληλα με το χαρτοφυλάκιο του υφυπουργού, ανέλαβε και υπουργός Εσωτερικών.
Το Μάιο του 1941, συμμετείχε στην κυβέρνηση του Εμμανουήλ Τσουδερού, και ακολούθησε την κυβέρνηση και τη βασιλική οικογένεια στην Αίγυπτο. Παραιτήθηκε στις 2 Μαΐου 1941 και του αφαιρέθηκε το διαβατήριο του, όμως η κυβέρνηση για απαλύνει τις εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν φρόντισε να εγκατασταθεί ως πρεσβευτής της εξόριστης ελληνικής κυβερνήσεως στην Αργεντινή. Επέστρεψε [5] [6] στην Ελλάδα στις 4 το απόγευμα της Τετάρτης 10 Αυγούστου 1949, με το ατμόπλοιο «Κορινθία» και στο λιμάνι του Πειραιά τον υποδέχθηκαν πολλοί συγγενείς και πολιτικοί του φίλοι, ενώ σε δηλώσεις του ανήγγειλε την ενασχόληση του με την πολιτική ζωή.
Πολιτική δράση
Δημιούργησε το πολιτικό κόμμα «Πολιτική Ανεξάρτητος Παράταξις», μαζί με τον Θεόδωρο Τουρκοβασίλη, πρώην στέλεχος του «Κόμματος των Ελευθεροφρόνων» και τον Κωνσταντίνο Κοτζιά, με την οποία συμμετείχε στις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1950 και εκλέχθηκε βουλευτής Αργολιδοκορινθίας, ενώ το 1951, συνεργάστηκε εκλογικά με το Λαϊκό Κόμμα του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη, όμως δεν επανεκλέχθηκε στις εκλογές του ίδιου χρόνου. Το 1955 ίδρυσε το «Κόμμα Αρχών του Ιωάννη Μεταξά» και το 1956 απέτυχε να εκλεγεί βουλευτής. Τον ίδιο χρόνο προσχώρησε στο κόμμα «Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις, [«Ε.Ρ.Ε.»], το κόμμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή και το 1958 εκλέχθηκε βουλευτής του Νομού Κορινθίας. Πολιτικά ήταν φανατικός πολέμιος του κομμουνισμού και μιλώντας στη Βουλή στις 19 Δεκεμβρίου 1958, είπε, απευθυνόμενος στους βουλευτές της ΕΔΑ, «….Ημείς πιστεύομεν εις την πατρίδα. Πιστεύομεν ότι οι άνθρωποι υπάρχουν μόνον ζωολογικώς. Ψυχικώς υπάρχουν Έλληνες, υπάρχουν Τούρκοι, Αλβανοί, Βούλγαροι, Ρώσοι, Αμερικανοί, Άγγλοι και ότι ο κάθε άνθρωπος δρα και σκέπτεται και αποδίδει διά του πρίσματος της εθνικότητός του. Η εθνικότης είναι φαινόμενον φυσιολογικόν. Ημείς εις αυτήν πιστεύομεν, αλλά σεις πιστεύετε άλλο πράγμα, ότι η πατρίς σας δεν είναι η Ελλάς, αλλά είναι η Ρωσία….». Λίγους μήνες αργότερα στις 23 Ιανουαρίου 1959, στηριζόμενος σε σχετική αναφορά από διήγηση του Λάκη Σάντα σε Αθηναϊκή εφημερίδα [7] [8] υποστήριξε ότι μαζί με το Μανόλη Γλέζο και το Λάκη Σάντα, υπήρχε και μια γυναίκα, η οποία απέσπασε την προσοχή των φρουρών της Γερμανικής σημαίας στην Ακρόπολη της Αθήνας και έγινε θυσία, το βράδυ που κατέβασαν τη σημαία από τον ιστό της. Επανεκλέχθηκε βουλευτής Κορινθίας στις εκλογές του 1961, ενώ στις εκλογές του 1964, εκλέχθηκε βουλευτής Αθηνών.
Στον Μανιαδάκη ανήκει η έμπνευση και η πρωτοβουλία για την ίδρυση του Κόμματος της 4ης Αυγούστου, την οποία υλοποίησε ο συχνός συνομιλητής του Κωνσταντίνος Πλεύρης και το κόμμα αυτό αποτέλεσε την κιβωτό για τα μετέπειτα εθνικιστικά κινήματα στην Ελλάδα. Ο Μανιαδάκης έζησε φτωχικά και προς το τέλος της ζωής του στερήθηκε βασικά λόγω της μη συνταξιοδοτήσεως του, η οποία επετεύχθη με απόφαση του Γεωργίου Παπαδόπουλου, μετά την αρχική άρνηση του Υπουργού Οικονομικών Αδαμάντιου Ανδρουτσόπουλου.
Μνήμη Μανιαδάκη
Ο Κώστας Πλεύρης αναφερόμενος στο Μανιαδάκη γράφει, «…Ωφελήθημεν τα μέγιστα από τας συζητήσεις με τον Μανιαδάκην, τον δαιμόνιον υπουργόν Ασφαλείας του Μεταξά. Τον επεσκεπτόμεθα στην οικίαν του, στην οδό Νοταρά τα απογεύματα και όλοι μαζί επηγαίναμε μετά στο Green Park στην οδό Μαυρομματαίων, όπου δίπλα στο τζάκι μας διηγείτο, μας διηγείτο κι εμείς εκρεμόμεθα από τα χείλη του. Εις εκείνο το ζαχαροπλαστείο η συντροφιά του Μανιαδάκη απετέλει σχολείο πολιτικής. Μετείχον ο Πιπινέλης, ο Αντωνέλλος, ο Σταθάς, ο Μπαλάσκας (Βίγλαρης), ο Κουτσούρης, ο Σπυρόπουλος, ο Κατσούλος, ο Μιχάλης ο Κλης και άλλαι προσωπικότηται της δημόσιας ζωής, που ανέλυαν τα πολιτικά γεγονότα ή ανεφέροντο στο παρελθόν κι εμείς εδιδασκόμεθα. Αληθώς υπήρξε Σχολή Μανιαδάκη, όπου εμάθαμε διά την πολιτικήν περισσότερα απ’ όσα εμάθαμε στην Πάντειο Σχολήν Πολιτικών Επιστημών (ΠΑΣΠΕ), όπως ελέγετο τότε το Πάντειον Πανεπιστήμιον…» [9]
Η «4η Αυγούστου, εθνοκρατική εφημερίς» από τα πρώτα φύλλα της, κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 1965, εξυμνούσε το Μανιαδάκη και δημοσίευε φωτογραφίες του καθώς και ολοσέλιδες βιογραφίες του. Στο φύλλο του Μαρτίου 1972, μετά το θάνατο του Μανιαδάκη, δημοσίευσε το λόγο του, της 19ης Δεκεμβρίου 1958, στη Βουλή των Ελλήνων. Η ομιλία του ολοκληρώθηκε με τη φράση, «…Ημείς πιστεύομεν εις την πατρίδα. Πιστεύομεν ότι οι άνθρωποι υπάρχουν μόνον ζωολογικώς. Ψυχικώς υπάρχουν Έλληνες, υπάρχουν Τούρκοι, Αλβανοί, Βούλγαροι, Ρώσοι, Αμερικανοί και Άγγλοι και ότι ο κάθε άνθρωπος δρα και σκέπτεται και αποδίδει διά του πρίσματος της εθνικότητός του. Η εθνικότης είναι φαινόμενον φυσιολογικόν. Ημείς εις αυτήν πιστεύομεν, αλλά σεις [απευθύνεται στους βουλευτές της Ε.Δ.Α.] πιστεύετε άλλο πράγμα, ότι η πατρίς σας δεν είναι η Ελλάς, αλλά είναι η Ρωσία…».
Στις 28 Οκτωβρίου 1996, οπαδοί, φίλοι, μέλη και ψηφοφόροι του κινήματος «Χρυσή Αυγή», αφού τέλεσαν επιμνημόσυνη δέηση στον τάφο του Ιωάννη Μεταξά, κατευθύνθηκαν στον τάφο του Μανιαδάκη, όπου ο Νίκος Μιχαλολιάκος είπε ότι, «….Μονάχα μια φορά τον συνάντησα, κι αυτή μικρό παιδί, κρατώντας το χέρι του πατέρα μου και φυσικά δεν ήξερα το έργο, τον βίο και την πολιτεία του ανδρός. Ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης, τον οποίο αυτοί που λεηλατούν τις ψυχές των Ελλήνων, αυτοί που καθορίζουν τα πολιτικά και πνευματικά πράγματα της Ελλάδος, μισούν, υπήρξε ένας μεγάλος Έλληνας. …{…}… Ήταν αυτός, που σαν σιδερένιος υπουργός Ασφαλείας του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου στην κυριολεξία εξαφάνισε το ΚΚΕ! Ήταν αυτός πάλι που πήρε την πρωτοβουλία για την ίδρυση του Κόμματος της 4ης Αυγούστου, που αποτέλεσε την κιβωτό για κάθε εθνικιστικό κίνημα που υπάρχει σήμερα. Είχαμε καθήκον και υποχρέωση να τιμήσουμε τον Κωνσταντίνο Μανιαδάκη..».
Ο κεντρικός δρόμος του χωριού του, του Σοφικού, έχει ονομαστεί προς τιμήν του «Οδός Κωνσταντίνου Μανιαδάκη».